Το λεμφοίδημα είναι μια κατάσταση που προκαλεί πρήξιμο (οίδημα) κάποιου μέλους. Αυτή η κατάσταση συνήθως συμβαίνει στα κάτω μέλη.

Εκτός από τα αιμοφόρα αγγεία, δηλαδή τις αρτηρίες που φέρνουν το αίμα από την καρδιά προς τους ιστούς και τις φλέβες που το επιστρέφουν προς την καρδιά, υπάρχουν στο σώμα μας και τα λεμφοφόρα αγγεία, ή λεμφαγγεία, που ανήκουν στο λεγόμενο λεμφικό σύστημα. Το λεμφικό σύστημα αποτελείται από όλα τα λεμφαγγεία και τους λεμφαδένες του σώματος. Τα λεμφαγγεία συλλέγουν ένα υγρό (τη λέμφο), που αποτελείται από πρωτεΐνες, νερό, άλατα, λιπίδια και απόβλητες ουσίες από τα κύτταρα του σώματος, και το μεταφέρουν στους λεμφαδένες. Οι λεμφαδένες είναι σταθμοί στη ροή της λέμφου, όπου φιλτράρεται από τα άχρηστα προϊόντα και τα ξένα υλικά, και μετά επιστρέφει στην κυκλοφορία του αίματος.

Αν το λεμφικό σύστημα ενός μέλους δεν έχει αναπτυχθεί καλά ή αν αποφραχθεί (δηλαδή, κλείσει εντελώς) από κάποια αιτία, τότε μπορεί να γίνει συσσώρευση υπέρμετρης ποσότητας λέμφου στο μέλος και να εμφανιστεί το λεμφοίδημα.

Η πιο συχνή αιτία είναι να γεννηθήκατε χωρίς αρκετά λεμφαγγεία. Αυτό είναι το πρωτοπαθές λεμφοίδημα. Οι γυναίκες προσβάλλονται τρεις φορές συχνότερα από τους άνδρες, και το αριστερό κάτω μέλος συχνότερα από το δεξί, ενώ τα άνω μέλη σπανίως. Μερικές φορές προσβάλλεται μόνο το ένα μέλος, ενώ συνήθως το ένα είναι πιο πρησμένο από το άλλο.

Αν υπάρχουν πολύ λίγα λεμφαγγεία, το πρήξιμο μπορεί να αρχίσει στην εφηβεία ή και νωρίτερα. Σε λιγότερο σοβαρές περιπτώσεις, τα λεμφαγγεία τα βγάζουν πέρα για μερικά χρόνια και το πρόβλημα εμφανίζεται αργότερα. Αν εμφανιστεί πριν την ηλικία των 35 ετών, το λεμφοίδημα ονομάζεται πρώιμο (είναι συχνότερο), ενώ αν εμφανιστεί μετά τα 35, όψιμο.

Το πρήξιμο μπορεί να αφορά το (άκρο) πόδι, τα δάκτυλα, την κνήμη ή και ολόκληρο το κάτω μέλος.

Στην αρχή το πρήξιμο παρατηρείται μόνο στο τέλος της ημέρας και υποχωρεί με τη νυκτερινή κατάκλιση. Όμως, αν δεν αντιμετωπιστεί σωστά, το υγρό «στεριώνει» μόνιμα στο μέλος με συνέπεια την αύξηση της μάζας του λίπους και τον πολλαπλασιασμό του ινώδους ιστού.

Το δέρμα έχει τάση να γίνει ξηρό, να παχυνθεί και να σκληνύνει, και μπορεί να εμφανίσει υπερκεράτωση και θηλωμάτωση, αλλά συνήθως δεν εμφανίζονται αλλοιώσεις τύπου δερματίτιδας (εκτός αν συνυπάρχει φλεβική στάση).

Ένας πρακτικός τρόπος σταδιοποίησης της κλινικής βαρύτητας του λεμφοιδήματος του κάτω άκρου, από ήπιο έως σοβαρό, είναι ο εξής:

Στάδιο 0 – Σημαίνει ότι το οίδημα δεν είναι ακόμη ορατό αν και υπάρχει βλάβη στο λεμφικό σύστημα του άκρου. Το στάδιο αυτό μπορεί να υπάρχει επί μήνες ή έτη πριν εμφανιστεί το οίδημα

Στάδιο Ι – Σημαίνει ότι δημιουργείται εντύπωμα όταν πιεστεί το δέρμα. Τούτο συμβαίνει εφόσον δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί αξιόλογη ποσότητα ουλώδους ιστού στο υποδόριο λίπος. Η ανάρροπη θέση του άκρου μειώνει το οίδημα («αυθόρμητα αναστρέψιμο στάδιο»)

Στάδιο ΙΙ – Σημαίνει ότι δε δημιουργείται εντύπωμα όταν πιεστεί το δέρμα. Τούτο συμβαίνει επειδή υπάρχει μετρίου έως σημαντικού βαθμού ανάπτυξη ουλώδους ιστού στο υποδόριο λίπος. Η ανάρροπη θέση του άκρου δε μειώνει το οίδημα («αυθόρμητα μη αναστρέψιμο στάδιο»)

Στάδιο ΙΙΙ – Σημαίνει ότι υπάρχει εκτεταμένη ανάπτυξη ιστού με σκλήρυνση του δέρματος και του υποδορίου λίπους. Το προσβεβλημένο άκρο είναι διογκωμένο και η υφή του δέρματος έχει μεταβληθεί. Πρόκειται για μόνιμη κατάσταση

Μερικές φορές, μπορεί να υπάρχουν συμπτώματα όπως ήπιος πόνος και αίσθημα βάρους ή σφιξίματος.

Το λεμφοίδημα μπορεί να γίνεται εντονότερο όταν ο καιρός είναι ζεστός, μετά από παρατεταμένη χρήση του μέλους ή πριν από την έμμηνο ρύση.

Εκτός από τη δυσμορφία από το πρήξιμο, το λεμφοίδημα μπορεί να προκαλέσει προβλήματα ειδικά αν δεν διατηρείται υπό έλεγχο.

Χωρίς θεραπεία στο χρόνιο λεμφοίδημα, το δέρμα είναι ξηρό και σκασμένο. Με την πάροδο των ετών, παχαίνει και μπορεί να εμφανίσει θηλωμάτωση (σαν μικρές φυσαλίδες) και λεμφοστατική υπερκεράτωση.

Γίνεται επιρρεπές σε λοιμώξεις. Ακόμη και ένας μικροτραυματισμός, όπως σχάση, γρατζουνιά, δήγμα εντόμου ή μυκητιάση των δακτύλων του ποδιού, μπορεί να προκαλέσουν λοίμωξη. Η λοίμωξη του λίπους κάτω από το δέρμα ονομάζεται κυτταρίτιδα. Επανειλημμένα επεισόδια κυτταρίτιδας προκαλούν περαιτέρω βλάβη των λεμφαγγείων. Πρέπει να παίρνετε στα σοβαρά κάθε πληγή όσο μικρή κι αν είναι!

Το λεμφοίδημα μπορεί συνήθως να διαγνωστεί με βάση το ιστορικό και την αντικειμενική εξέταση μόνο. Όμως όταν η διάγνωση δεν είναι ξεκάθαρη, απαιτούνται εξετάσεις για να αποκλειστούν άλλες αιτίες του πρηξίματος. Η χρόνια φλεβική ανεπάρκεια μπορεί να αποκλειστεί με υπερηχογράφημα triplex φλεβών του μέλους. Η ύπαρξη μάζας στην κοιλιά που πιέζει φλέβες ή λεμφαγγεία μπορεί να αποκλειστεί με απλό υπερηχογράφημα ή αξονική τομογραφία.

Η εξέταση που μπορούμε να κάνουμε για επιβεβαίωση της διάγνωσης του λεμφοιδήματος είναι το σπινθηρογράφημα των λεμφαγγείων (ή λεμφαγγειογραφία με ραδιοϊσότοπα). Γίνεται ένεση πολύ μικρής ποσότητας ραδιενεργού υγρού μεταξύ των δακτύλων και των δυο ποδιών, το οποίο προσλαμβάνεται από το λεμφικό σύστημα. Παίρνουμε εικόνες των κάτω μελών με γ-camera κάθε λίγο. Με αυτή την τεχνική μετρείται η ταχύτητα με την οποία μεταφέρεται το υγρό διαμέσου του λεμφικού συστήματος προς τα πάνω και προσδιορίζεται κάθε καθυστέρηση. Η εξέταση αυτή δεν μπορεί να δείξει ποιος είναι ο τύπος της υποκείμενης βλάβης, δηλαδή, αν υπάρχουν πολύ λίγα λεμφαγγεία ή αν υπάρχει φυσιολογικός αριθμός λεμφαγγείων τα οποία υπολειτουργούν, όμως συνηθέστατα αυτό δεν επηρεάζει τη θεραπευτική αντιμετώπιση. Η εξέταση αυτή έχει μεγάλη ακρίβεια, όμως στις περισσότερες περιπτώσεις είναι περιττή, αφού η διάγνωση γίνεται συνήθως κλινικά.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ                                 

Το λεμφοίδημα είναι χρόνιο πρόβλημα. Δεν υπάρχουν συντηρητικά ή χειρουργικά μέτρα που θα αποκαταστήσουν πλήρως το προσβεβλημένο μέλος. Όμως πρέπει να διατηρείται υπό έλεγχο ώστε να μη συμβούν επιπλοκές αργότερα.

Ο κύριος στόχος είναι ο έλεγχος του οιδήματος. Μπορούμε να διακρίνουμε δυο φάσεις θεραπείας του λεμφοιδήματος:

τη φάση μείωσης (ή αποσυμφόρησης του οιδήματος), η οποία περιλαμβάνει κυρίως το μασάζ λεμφικού τύπου και την κατάλληλη χρήση λεμφολογικών συμπιεστικών επιδέσμων. Μόλις το οίδημα έχει αποσυμφορηθεί κατά 70-80%, λαμβάνονται μέτρα για το «συμπιεστικό ένδυμα»

τη φάση συντήρησης και βελτίωσης, η οποία γενικά περιλαμβάνει τη διατήρηση του μέλους σε ανάρροπη θέση και τη χρήση του κατάλληλου «συμπιεστικού ενδύματος» (δηλαδή, της κάλτσας αν πρόκειται για οίδημα κάτω μέλους). Ο ασθενής πρέπει να φορά την ελαστική συμπίεση σταθερά σ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Στη φάση αυτή, μπορεί να έχει ρόλο και η χρήση αντλιών με αεροθαλάμους διαλείπουσας συμπίεσης

Οι δυο φάσεις θεραπείας μπορεί να εναλλάσσονται με άλλοτε άλλη συχνότητα. Σπανίως μπορεί να βοηθήσουν τα διουρητικά, τα οποία γενικώς αντενδείκνυνται στο λεμφοίδημα.

– Διατήρηση του μέλους σε ανάρροπη θέση και τακτική άσκηση –  Όποτε ανυψώνετε το πόδι σας, τα υγρά αποστραγγίζονται απ’ αυτό. Σκόπιμο είναι να βάζετε το πόδι σας ψηλά οποτεδήποτε μπορείτε. Ανυψώστε το κάτω μέρος του κρεβατιού σας (περίπου 15 εκ.), ώστε τα πόδια να είναι λίγο ψηλότερα από το κεφάλι. Η τακτική άσκηση, όπως το βάδισμα ή η ποδηλασία, θα είναι επίσης ευεργετική.

– Πιεστική επίδεση του μέλους με επιδέσμους ή κάλτσες διαβαθμισμένης συμπίεσης – Η συμπίεση απαιτείται για να απομακρύνει το υγρό που αλλιώς λιμνάζει στο κάτω άκρο όταν στέκεστε.

Αν ο βαθμός του λεμφοιδήματος είναι σχετικά μικρός (Στάδιο Ι), δηλαδή αν το άκρο ξεπρήζεται σχεδόν εντελώς με τη νυκτερινή κατάκλιση, τότε η χρήση της κάλτσας μπορεί να είναι επαρκές θεραπευτικό μέτρο.

Οι κάλτσες για λεμφοίδημα θα πρέπει να εφαρμόζουν κατάλληλα και βέβαια είναι πολύ πιο σφικτές από τις συνηθισμένες κάλτσες. Αν το πρήξιμο περιορίζεται κάτω από το γόνατο, μπορείτε να χρησιμοποιείτε κάλτσα κάτωθεν γόνατος. Συνήθως χρησιμοποιούμε κάλτσες κλάσης 2 (25-35 mmHg) ή κλάσης 3 (35-45 mmHg), όμως μπορεί να απαιτηθεί και η πιο ισχυρή κλάση 4 (45-60 mmHg).

Αν όμως το άκρο είναι πολύ πρησμένο και βάλετε κάλτσες, αυτές δεν θα εφαρμόσουν καλά και γι’ αυτό είναι σημαντικό προηγουμένως να μειώσετε το πρήξιμο με κάποιο τρόπο, όπως με λεμφικό μασάζ ακολουθούμενο από κατάλληλη ελαστική περίδεση, ενώ μερικές φορές μπορεί να βοηθήσει και η χρήση αντλίας διαλείπουσας συμπίεσης.

Η θεραπεία του λεμφοιδήματος κάτω άκρων στην Arvanitis Clinic περιλαμβάνει συστηματική εφαρμογή θερμού και ‘καθαρού’ CO2 με την μέθοδο CarboMax (διάρκειας 15 – 20 λεπτών ανά σκέλος. Απαιτείται περπάτημα μετά από τη συνεδρία. Ακτινοδιαγνωστικά ευρήματα έχουν δείξει ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΔΙΑΦΟΡΑ μεταφοράς λέμφου μετά την Carboxy Theraphy και σαφή μείωση του οιδήματος των κάτω άκρων.